Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη της Αγίας Θέκλας στις 24 Σεπτεμβρίου, αναγνωρίζοντάς την ως Ισαπόστολο, μια από τις πρώτες γυναίκες που αφοσιώθηκαν στον Χριστό και διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην εξάπλωση του Χριστιανισμού.
Η Αγία Θέκλα καταγόταν από το Ικόνιο της Μικράς Ασίας και γεννήθηκε σε μια ευκατάστατη ειδωλολατρική οικογένεια. Η μητέρα της, Θεοκλεία, είχε μεγάλες φιλοδοξίες για την κόρη της, επιδιώκοντας να την παντρέψει με έναν πλούσιο νέο ονόματι Θάμυρη, επίσης εθνικό. Ωστόσο, η ζωή της Θέκλας άλλαξε δραματικά όταν ήρθε σε επαφή με τον Απόστολο Παύλο. Εκείνος κήρυττε τον Λόγο του Θεού στην οικία του Ονησιφόρου, κοντά στο σπίτι της, και η Θέκλα μαγεύτηκε από τα λόγια του, ανακαλύπτοντας μια νέα πίστη που την ενέπνευσε και την έκανε να αμφισβητήσει τις παραδοσιακές αξίες της οικογένειάς της.
Η απόφασή της να απορρίψει τον αρραβωνιαστικό της και να αφιερωθεί στον Χριστό προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Ο Θάμυρης, εξοργισμένος από την απώλεια της μνηστής του, και η μητέρα της, Θεοκλεία, που ένιωθε προδομένη, προσπάθησαν να την επαναφέρουν στον προηγούμενο τρόπο ζωής της. Όταν όλες οι προσπάθειες απέτυχαν, αποφάσισαν να καταγγείλουν τον Παύλο στις αρχές, κατηγορώντας τον ότι προκάλεσε την αλλαγή στη συμπεριφορά της Θέκλας. Ο ηγεμόνας Καστίλιος, βλέποντας την αναταραχή που είχε προκληθεί, διέταξε τη σύλληψη του Παύλου και τη φυλάκισή του, ενώ στη συνέχεια τον απέλασε από την πόλη.
Παρά τις δυσκολίες, η Θέκλα παρέμεινε πιστή στην απόφασή της. Αφού ο Παύλος έφυγε από το Ικόνιο, εκείνη εγκατέλειψε τον μνηστήρα της και ακολούθησε τον Απόστολο στην Αντιόχεια της Πισιδίας. Εκεί, γνώρισε περαιτέρω δοκιμασίες. Καταγγέλθηκε στις αρχές για τη χριστιανική της πίστη και καταδικάστηκε να καεί ζωντανή. Σύμφωνα με την παράδοση, όμως, η προσευχή της έσωσε τη ζωή της, καθώς οι φλόγες δεν την έβλαψαν. Έπειτα, ρίχτηκε στα άγρια θηρία σε έναν ιππόδρομο, αλλά ούτε αυτά την πείραξαν. Αυτά τα γεγονότα, σύμφωνα με τους βιογράφους της, έδειξαν την προστασία του Θεού και την αφοσίωση της Θέκλας στην πίστη της.
Μετά από αυτές τις δοκιμασίες, η Θέκλα κατευθύνθηκε προς τα Μύρα της Λυκίας, όπου συνάντησε ξανά τον Απόστολο Παύλο. Οι δυο τους εργάστηκαν από κοινού για τη διάδοση του χριστιανικού μηνύματος στην περιοχή. Ο Παύλος της ανέθεσε την αποστολή να συνεχίσει το κήρυγμα, αναγνωρίζοντας την ικανότητά της να εμπνέει άλλους ανθρώπους και να μεταδίδει την πίστη.
Η τελευταία περίοδος της ζωής της Θέκλας ήταν στη Σελεύκεια, κοντά στο όρος Καλαμών. Εκεί αποσύρθηκε για να ζήσει μια ζωή προσευχής και περισυλλογής. Παρά τις δυσκολίες και τις προκλήσεις που αντιμετώπισε, παρέμεινε σταθερή στην πίστη της μέχρι το τέλος της ζωής της. Έζησε ως ασκήτρια και θεράπων, προσφέροντας τη βοήθειά της σε όσους είχαν ανάγκη, και απέκτησε φήμη για τις θαυματουργές επεμβάσεις της σε ασθενείς.
Η παράδοση αναφέρει ότι η Αγία Θέκλα κοιμήθηκε εν ειρήνη σε ηλικία ενενήντα ετών. Ο τάφος της στο όρος Καλαμών έγινε σημείο προσκυνήματος για τους πιστούς, ενώ η ζωή της αποτελεί παράδειγμα αφοσίωσης και πίστης. Η Εκκλησία την αναγνωρίζει ως προστάτιδα των νέων γυναικών και των ασθενών, λόγω της θάρρους και της δύναμης που επέδειξε στην αντιμετώπιση των δυσκολιών της ζωής της.
Η ιστορία της Αγίας Θέκλας υπογραμμίζει το θάρρος και την αφοσίωση μιας γυναίκας που επέλεξε να ακολουθήσει τη χριστιανική πίστη παρά τις κοινωνικές και οικογενειακές πιέσεις. Η ζωή της αναδεικνύει τη σημασία της ελεύθερης βούλησης και της ατομικής πίστης, εμπνέοντας γενιές πιστών να παραμείνουν σταθεροί στις πεποιθήσεις τους, ανεξάρτητα από τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν.